Το διοικητικό προσωπικό των ιδρυμάτων όλα αυτά τα χρόνια, πολλές φορές σε αντίξοες συνθήκες προσπαθεί να ανταποκριθεί στις ολοένα αυξανόμενες υποχρεώσεις και απαιτήσεις του συνεχώς μεταβαλλόμενου εργασιακού περιβάλλοντος στο οποίο υπηρετεί. Υπηρετεί το Δημόσιο Πανεπιστήμιο το οποίο με τις όποιες αδυναμίες του συνέβαλλε τα μέγιστα στον εκδημοκρατισμό της χώρας, στην Παιδεία, στην επιστήμη και στην ανάπτυξη της.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ο νέος νόμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο οποίος ψηφίστηκε χωρίς διάλογο με τους εργαζόμενους και την πανεπιστημιακή κοινότητα, επεκτείνει και μονιμοποιεί τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις. Σε μια σειρά άρθρα αναφέρεται ξεκάθαρα ότι «όπου δεν επαρκεί το τακτικό προσωπικό, οι ανάγκες θα καλύπτονται με συμβασιούχους». Τα Πανεπιστήμια είναι ήδη σοβαρά υποστελεχωμένα, καθώς οι τελευταίες μαζικές προσλήψεις έγιναν πριν από 16 χρόνια, με τη διαδικασία της μονιμοποίησης των συμβασιούχων. Οι διάφορες σποραδικές προσλήψεις, όπως η πρόσφατη προκήρυξη που κυκλοφόρησε και αφορά σε περίπου 60 θέσεις σε 13 ιδρύματα σε σύνολο 24 ιδρυμάτων, την στιγμή που το προσωπικό έχει μειωθεί κατά περίπου 50% τα τελευταία 10 χρόνια είναι «σταγόνα στον Ωκεανό». Σε τέτοιες συνθήκες υποστελέχωσης, προφανώς και δε θα επαρκεί το τακτικό προσωπικό να καλύψει και τον νέο όγκο καθηκόντων που προκύπτουν από τις νέες δομές. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, λοιπόν, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας είναι μονόδρομος!
Εδώ και πολλά χρόνια, βασικές λειτουργικές ανάγκες των πανεπιστημίων ήδη καλύπτονται από χιλιάδες συναδέλφους μας ελαστικά εργαζόμενους, με πολλές διαφορετικές σχέσεις εργασίας, που δουλεύουν σε καθεστώς συνεχούς ανασφάλειας, αν θα τους ανανεωθεί η σύμβαση. Οι συνάδελφοί μας καλύπτουν ανάγκες σε όλες τις οργανικές διοικητικές δομές των ιδρυμάτων(ΕΛΚΕ, γραμματείες, κλινικές, βιβλιοθήκες, τεχνικές υπηρεσίες, καθαριότητα, φύλαξη κ.α). Ο νέος νόμος – πλαίσιο επιτείνει τη χειροτέρευση των όρων εργασίας αυτών των εργαζομένων, την ανασφάλεια, αφού θέτει επιπλέον περιορισμούς όπως ότι θα πρέπει να απολύονται μετά από το πολύ 5 χρόνια, χωρίς να έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν τη μονιμοποίησή τους. Μιλάμε για ανακύκλωση της ανεργίας και με τη βούλα. Για τους ίδιους εργαζόμενους, θεσμοθετείται η υπερωριακή απασχόληση, η δουλειά τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες!
Την ίδια στιγμή, κι ενώ λεφτά για μόνιμες προσλήψεις δεν υπάρχουν – όπως μας λένε- και ενώ οι αμοιβές του Διοικητικού προσωπικού έχουν μειωθεί πάνω από 25% τα τελευταία χρόνια, θεσμοθετείται η θέση του εκτελεστικού διευθυντή, με συνολικό ετήσιο κόστος για τα πανεπιστήμια κοντά στο ένα εκατομμύριο ευρώ. Ο εκτελεστικός διευθυντής, σε συνδυασμό με τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου, θα λειτουργήσει σα μηχανισμός πίεσης και ασφυκτικού ελέγχου για τους εργαζόμενους στα πανεπιστήμια που θα κληθούν, σε σοβαρές συνθήκες υποστελέχωσης, να ανταποκριθούν σε αυξημένα καθήκοντα, με απλήρωτες υπερωρίες, με παγωμένους μισθούς. Θα κρίνονται στη βάση του κατά πόσο θα υπηρετούν ακριβώς αυτές τις αναδιαρθρώσεις που ναρκοθετούν το αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα των φοιτητών στη μόρφωση καθώς και τους ισότιμους όρους πρόσβασης στα πανεπιστήμια.
Επιπρόσθετα, με σειρά διατάξεων, αποκόπτονται τα ΑΕΙ από την κρατική χρηματοδότηση, η οποία υποκαθίσταται, και με τις ευλογίες της ΕΘΑΕΕ, από το κυνήγι κάθε είδους πόρων, χορηγιών, χρηματοδοτήσεων, διδάκτρων, προσφοράς «εκπαιδευτικών προϊόντων», από την εμπορευματοποίηση της έρευνας κυρίως των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Αυτές τις αλλαγές έρχεται να υπηρετήσει και το αντιδημοκρατικό μοντέλο διοίκησης που προβλέπει το νομοσχέδιο, στα πρότυπα Ανωνύμων Επιχειρήσεων: Με Συμβούλια Διοίκησης, που μέλη τους μπορεί να είναι και απευθείας άνθρωποι της αγοράς, που προσλαμβάνουν ή παύουν τον Πρύτανη, που θα έχουν τον αποφασιστικό ρόλο για όλα τα οικονομικά, διοικητικά και αναπτυξιακά θέματα του Ιδρύματος, ενώ η Σύγκλητος, στην οποία δεν θα συμμετέχει εκπρόσωπος του διοικητικού προσωπικού, περιορίζεται πλέον αποκλειστικά και μόνο στα ακαδημαϊκά θέματα και μάλιστα με γνωμοδοτικό ρόλο.
Μιλάμε για ένα νομοσχέδιο που, παρά τον τεράστιο όγκο του, δεν απαντά και δεν θεραπεύει τις πραγματικές «παθογένειες» του πανεπιστημίου: τη χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση, την έλλειψη επαρκούς και ποιοτικής φοιτητικής μέριμνας, την έλλειψη επαρκών, σύγχρονων και ασφαλών υποδομών, εργαστηρίων, ακόμα και αναλωσίμων. Δεν απαντά στην ανάγκη των χιλιάδων εργαζόμενων γονιών, που δίνουν καθημερινό αγώνα για να περάσουν τα παιδιά τους σε μια σχολή, για να σπουδάσουν, για να μπορέσουν αυτά να εργαστούν επάνω στο αντικείμενό τους με δικαιώματα και αξιοπρέπεια.
Τους μόνους που ωφελεί είναι τις μεγάλες επιχειρήσεις, που θα κάνουν χρυσές μπίζνες στην Ανώτατη Εκπαίδευση, αξιοποιώντας υποδομές και προσωπικό των Πανεπιστημίων. Για να τρέξουν αυτές τις μπίζνες απρόσκοπτα, φέρνει η κυβέρνηση και την πανεπιστημιακή αστυνομία, θεσπίζει πιο αυστηρό πειθαρχικό δίκαιο και μηχανισμούς ελέγχου για φοιτητές, εργαζόμενους και διδάσκοντες, υπονομεύει τους Φοιτητικούς Συλλόγους.
Ζητάμε από την Σύνοδο ν’ ασκήσει πίεση στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας για την στελέχωση των Πανεπιστημίων με το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό και για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων και πιο συγκεκριμένα τη μετατροπή των συμβάσεων τους σε αορίστου χρόνου μέσω νομοθετικής ρύθμισής.
Ζητάμε η Σύνοδος να στηρίξει το δημόσιο χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αντιστεκόμενη στα κυβερνητικά σχέδια μετατροπής της σε Ανώνυμες εταιρείες. Εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε, για να δυναμώσει ο αγώνας για το Πανεπιστήμιο που έχουν ανάγκη οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι, ο λαός. Για πτυχία με αξία που θα οδηγούν σε δουλειά με δικαιώματα. Για ουσιαστική αναβάθμιση των σπουδών, με βάση την εξέλιξη της επιστήμης, για ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας, κόντρα στην εμπορευματοποίησή της, για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλες τις κατηγορίες προσωπικού.
Τέλος, σας καλούμε να θεσμοθετήσετε την ισότιμη συμμετοχή στις συνόδους όλων των κατηγοριών προσωπικού προκειμένου να συζητιούνται τα ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους στα ιδρύματα.